ξεσκονιστήρι

ξεσκονιστήρι
το смётка из перьев

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "ξεσκονιστήρι" в других словарях:

  • ξεσκονιστήρι — το 1. σκούπα με φτερά για ξεσκόνισμα. 2. μτφ., άνθρωπος κόλακας: Είναι ένα ξεσκονιστήρι αυτός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ξεσκονιστήρι — το 1. δεσμίδα από φτερά για ξεσκόνισμα 2. μτφ. κόλακας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ξεσκονίζω + επίθημα τήρι (πρβλ. σκαλισ τήρι)] …   Dictionary of Greek

  • κόρηθρο — το (Α κόρηθρον) [κορέω (ΙΙ)] νεοελλ. 1. δέσμη από φτερά προσαρμοσμένα σε στέλεχος, φτερό ξεσκονίσματος 2. ξεσκονιστήρι 3. εργαλείο που αποτελείται από ράβδο η οποία έχει στο ένα άκρο της κυλινδρική βούρτσα από σκληρές τρίχες και το οποίο… …   Dictionary of Greek

  • φτερό — Καθένας από τους κεράτινους σχηματισμούς του δέρματος που, μαζί με τα πούπουλα, καλύπτουν το σώμα των πουλιών. Σε ένα φ. διακρίνονται ο άξονας ή μεσαίο στέλεχος και το γένειο. Το κατώτερο μέρος του άξονα, που ονομάζεται κάλαμος, είναι κοίλο,… …   Dictionary of Greek

  • φτερό — το 1. καθένα από τα ελαστικά κεράτινα στελέχη που έχουν τρίχες ή τριχοειδείς αποφύσεις και καλύπτουν το σώμα του πουλιού και που αποτελούν ιδίως τις φτερούγες και την ουρά του (σε αντιδιαστολή με τα πτίλα, δηλ. τα πούπουλα). 2. φτερούγα, φτερό… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»